- ενύειον
- ἐνύειον, το (Α)ναός αφιερωμένος στη θεά Ενυώ στην αρχαία Ρώμη.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Ἐνυείῳ — Ἐνῡείῳ , Ἐνύειον the temple of Bellona neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)